ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ ΚΑΦΑΝΤΑΡΗ*
Ακόμη και οι κάτ’ επανάληψη «δυσφημιστές» του, σήμερα το επαινούν. Ακόμα και οι υπέρμαχοι του μηδενικού ελλείμματος, έστω και καθυστερημένα, αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορεί να ισχύσει πλέον. Τα λάθη τους όμως πρέπει να διορθωθούν, γιατί το κοινωνικό κράτος δεν είναι βάρος, είναι επένδυση.
Ένα «τραυματισμένο» δημόσιο σύστημα Υγείας από τις μνημονιακές πολιτικές την περίοδο 2010-2015, με νοσοκομειακά κρεβάτια που «κόπηκαν» ενώ γιατροί εγκατέλειψαν το ΕΣΥ, είτε οικειοθελώς, είτε υποχρεωτικά, «στάθηκε στα πόδια του» από το 2015 και μετά. Στάθηκε, με την στήριξη της ΠΦΥ (πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας), με ενίσχυση των νοσοκομείων και με προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού. Τα προβλήματα όμως εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα και με την αντιμετώπιση της Πανδημίας, αναδεικνύονται στο πραγματικό τους μέγεθος. Οι περικοπές, μνημονιακές ή ιδεοληπτικές, στο προϋπολογισμό για την υγεία αποτελούν κίνδυνο για τα δημόσια νοσοκομεία. Η φιλανθρωπική λογική, ή ο εθελοντισμός απέχουν πολύ από μια δημόσια πολιτική υγείας.
Ο ιός που εμφανίστηκε το Δεκέμβριο του 2019 στην Κίνα και συνεχίζει να αναπτύσσεται επιθετικά, μολύνοντας όλο και περισσότερους ανθρώπους παγκόσμια, έφερε λοιπόν τα δημόσια νοσοκομεία στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας, που πάντα ήταν άλλωστε, βεβαρημένα με τα τρέχοντα περιστατικά, ιδίως στις ΜΕΘ, ενώ η πανδημία ωθεί καθημερινά νέους ασθενείς. Οι αφοσιωμένοι ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ της δημόσιας υγείας (γιατροί, νοσηλευτές, παραϊατρικό προσωπικό, εκαβήτες κ.α.), παρά τον αγώνα που δίνουν καθημερινά με πενιχρά μέσα, δεν μπορούν και πάλι ν’ αντισταθμίσουν τις αποτυχίες του όλου συστήματος. Μήπως η πανδημία ήρθε για να σταματήσει (όχι χωρίς απώλειες) τη συνεχώς διαρκή και αργή διάλυση του δημόσιου νοσοκομείου;
Είναι θέμα εθνικής επιβίωσης ν’ αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση αποκατάστασης των δημόσιων νοσοκομείων. Το ανώτατο όριο δαπανών για την υγεία πρέπει να συναρτάται με τις ανάγκες του πληθυσμού. Να αυξηθούν οι υπηρεσίες πρώτης ανάγκης, αφού παράλληλα αυξάνονται οι ηλικιωμένοι, οι οποίοι είναι και πιο ευάλωτοι. Η δημόσια Υγεία δεν μπορεί να χρηματοδοτείται από τοξικά δάνεια των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η Υγεία δεν είναι έσοδα και λογιστικά φύλλα, τα δημόσια νοσοκομεία δεν είναι κερδοσκοπικοί οργανισμοί που «προσπαθούν» να τους μετατρέψουν. Ήδη η κυβέρνηση με σχετική πρόσφατη νομοθέτησή της εισάγει ΣΔΙΤ στα δημόσια νοσοκομεία.
Η ΥΓΕΙΑ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΝΤΙΤΙΜΟ.
Δεν ξέρω αν το «Μένουμε όλοι σπίτι» πετύχει. Το ελπίζω, το εύχομαι, το απαιτώ. Αυτό που γνωρίζω όμως είναι ότι πρέπει να επιμένουμε για ένα σοβαρό εθνικό σύστημα υγείας, δηλαδή δημόσια νοσοκομεία άρτια, λειτουργικά και ασφαλή. Δεν αρκούν τα συγχαρητήρια και τα χειροκροτήματα στους λειτουργούς της δημόσιας Υγείας, χρειάζονται και έργα. Χρειάζεται να αντιπαλέψουμε τον φόβο που διασπείρεται και την παραπληροφόρηση που ανθεί.
Δεν αρκεί η συμμόρφωση στους κανόνες και απαγορεύσεις, που ορθά επέβαλε η Πολιτεία και οι πολίτες ακολουθούν, στη λογική «Μένουμε Σπίτι». Χρειάζονται γενναίες αποφάσεις ενίσχυσης του Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Η Κυβέρνηση οφείλει να ανταποκριθεί στις ανάγκες της συγκυρίας, να προχωρήσει σε «γενναίο» αριθμό προσλήψεων προσωπικού, ιατρικού, νοσηλευτικού, εργαστηριακού και διοικητικού. Να λειτουργήσουν καινούργιες ΜΕΘ, να ενισχυθεί η τροφοδοσία σε μέσα ατομικής προστασίας των εργαζομένων και αντιδραστήρια. Ακόμα, πρέπει, να επιταχθούν ιδιωτικές Μονάδες υγείας και υγειονομικοί.
Κλείνοντας, ένα είναι σίγουρο. Όταν η Πανδημία ξεπεραστεί, ο Κόσμος δεν θα είναι ίδιος. Θα πρέπει από σήμερα να ξεκινήσει η συζήτηση για την θωράκιση του μέλλοντος μας, στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται και θα διαμορφωθεί. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, για έναν νέο κόσμο, με νέα καταναλωτικά πρότυπα, έναν Κόσμο Αλληλεγγύης, έναν Κόσμο όπου καθένας θα έχει ισότιμα θέση.
*Χαρά Καφαντάρη
Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Δ. ΑΘΗΝΑΣ
Αν τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας